EDITORIAL

20 Μαρτίου, 2008

-Με το ζόρι, τα βγάζω πέρα…

-Τα φέρνω βόλτα…

-Τι κάνεις;

-Τρέχω ψάχνω..

 

Ελαστική εργασία, «μαύρα» μεροκάματα, από δουλειά σε δουλειά, δια βίου εκπαίδευση, συνεχές τρέξιμο, μηδενικές προσδοκίες ή στην καλύτερη, μια δουλειά που να μπορώ να τα βγάζω πέρα. Όλοι λίγο πολύ καταλαβαίνουμε περί τίνος πρόκειται , όλες λίγο πολύ έχουμε βρεθεί σε αυτές τις συνθήκες. Γιατί:

 

– Οι υποχρεώσεις τρέχουν. Νοίκια, λογαριασμοί, δάνεια, κάρτες…

 

Πιάνουμε καθημερινά τους εαυτούς μας να μιλάνε για αβεβαιότητα. Αβεβαιότητα στην εργασία, αβεβαιότητα στην καθημερινότητα, αβεβαιότητα στο τι επιθυμούμε στην ζωή μας.

 

Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, όλο και περισσότεροι νέοι και νέες εργαζόμενες ψάχνουν τρόπους να διαχειριστούν την διάχυτη αβεβαιότητα. Όμως, μόνο τον τελευταίο χρόνο άρχισε να αποτυπώνεται και να συζητιέται αυτή η συνθήκη στην δημόσια σφαίρα. Ξαφνικά, διάφοροι αναλυτές, πολιτικοί και μη, ανακαλύψανε πως οι νέες γενιές που τελειώνουν τα πανεπιστήμια αλλά και νέοι εργαζόμενοι χωρίς πτυχία δεν έχουν και πολλά να χωρίσουν, τουλάχιστον από την άποψη του πρώτου τους μισθού. Η «γενιά των 700 ευρώ» σας λέει κάτι;

 

Σε αυτή την γενική κατηγορία, λοιπόν, όσοι βιάστηκαν να τη χαρακτηρίσουν με βάση τις χαμηλές μισθολογικές αποδοχές, κατατάσσουν τους νέους εργαζόμενους για τους οποίους τα συστήματα εργασιακής και μισθολογικής εξασφάλισης του παρελθόντος έχουν μετασχηματιστεί σχεδόν καθολικά. Όμως είναι ζήτημα μισθού και μόνο;

 

Εδώ και 15 περίπου χρόνια, εκτός από την συνεχή υποτίμηση της εργατικής μας δύναμης, αυτό που τείνει να γενικευτεί είναι αυτό που μέχρι πριν θεωρούνταν εξαίρεση ή παρατυπία. Πιο απλά μιλάμε για την «μαύρη» ανασφάλιστη εργασία που σε κάποιους εργασιακούς τομείς είναι πλέον ο κανόνας. Μιλάμε για τα πτυχία που μόνο για την κορνίζα τελικά κάνουν. Μιλάμε για τις νέες μορφές ελαστικής απασχόλησης που επιλέγουν πολλοί νέοι και νέες υπό τον φόβο της ανεργίας. Μιλάμε για τα κρατικοδίαιτα και μη προγράμματα μερικής απασχόλησης (stage ΟΑΕΔ) και δια βίου εκπαίδευσης (σεμινάρια, εργασιακή επιμόρφωση κτλ.) που εμμέσως πλην σαφώς δείχνουν την τάση να θεσμοθετηθεί επίσημα η εργασιακή ελαστικότητα. Η δική μας, δηλαδή, αβεβαιότητα, το δικό μας στρες, το δικό μας τρέξιμο.

 

Θα ρωτήσει κανείς, γιατί πιο πριν τα πράγματα ήταν διαφορετικά; Πάλι δεν υπήρχαν αυτοί που δούλευαν όλη τους την ζωή, και ήταν στο τρέξιμο, και είχαν χίλια δυο ζόρια να φέρουν βόλτα; Ναι. Αυτοί πάντα υπήρχαν, μάλλον πάντα υπήρχαμε. Αυτό που μας διαφοροποιεί καθοριστικά από τις προηγούμενες γενιές είναι πως το κόστος αυτής της αβεβαιότητας αναγκαζόμαστε να το διαχειριστούμε όλο και περισσότερο μόνοι μας. Είτε γιατί το κράτος πρόνοιας και τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης μεταρρυθμίζονται είτε γιατί ο σύγχρονος τρόπος ζωής μας κάνει να κοιτάμε μόνο τους εαυτούς μας και να δίνουμε στα συλλογικά προβλήματα, ατομικές λύσεις.

 

Όμως η παραπάνω είναι μια μερική περιγραφή της πραγματικότητας. Εμείς θα ονομάζαμε αυτό που ζούμε επισφάλεια. Τόσο γιατί το μοντέλο εργασίας είναι επισφαλές, μα περισσότερο, γιατί αυτή η εργασιακή πραγματικότητα συγγενεύει απόλυτα με τις μορφές ζωής που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε. Και αυτές οι μορφές ζωής είναι όλο και πιο περιορισμένες σε χρόνο, όλο και πιο εξαρτημένες από τα αφεντικά, όλο και πιο αμφιλεγόμενες ως προς το νόημα του να δουλεύεις, όλο και πιο απαιτητικές από άποψη ατομικών δεξιοτήτων. Τελικά, όλο και πιο εγκλωβιστικές στο σχήμα «δουλειά – κατανάλωση – και στα σπίτια σας…»

 

Οι συνθήκες που καλούμαστε να ανταπεξέλθουμε ζητάνε όλο και περισσότερα κομμάτια του χρόνου μας που πριν ήταν έξω από το θεσμισμένο 8ωρο. Ζητάνε δεξιότητες τις οποίες τις έχουμε αποκτήσει μέσα από τις κοινωνικές μας συναναστροφές ή τις προσωπικές μας διαδρομές και ανάγκες. Ζητάνε από το σώμα και το μυαλό μας να είναι σε standby όλη τη διάρκεια της ημέρας, είτε δουλεύουμε είτε είμαστε άνεργοι και ψάχνουμε για δουλειά.

 

Θεωρούμε λοιπόν πως στο θολό τοπίο αυτής της νέας εργασιακής και υπαρξιακής συνθήκης πρέπει να βρεθούν τρόποι να αντισταθούμε. Πώς να αντισταθούμε όμως όταν τα συλλογικά οράματα, η αλληλεγγύη και οι εμπειρίες αγώνα του παρελθόντος, ειδικά για τους νέους εργαζόμενους, είναι κάτι που απλά δεν υπάρχει; Κι αν υπάρχει ακόμα, παραμένει αόρατο ή πλήρως καναλιζαρισμένο από «πολιτικές γραμμές» κομμάτων και εργατοπατέρων. Οι όποιες αρνήσεις στο χώρο εργασίας, ακόμα και αυτές που παίρνουν συλλογικά και επιθετικά χαρακτηριστικά, συνήθως χάνονται στο «όλοι εναντίον όλων» που επικρατεί στην αγορά εργασίας ή σε μερικά αιτήματα.. Αυτές τις αρνήσεις θα πρέπει να κάνουμε ορατές και να τις κυκλοφορήσουμε μεταξύ μας τόσο σαν εμπειρίες αγώνα όσο και σαν δυνατότητες οργάνωσης.

 

Έτσι για εμάς, αρχικά, αντίσταση σημαίνει να αρχίσουμε να συζητάμε, να μοιραζόμαστε τα προβλήματα μας, να κοιτάζουμε ποιοι είναι δίπλα μας και με ποιες βιώνουμε κοινές καταστάσεις ζωής. Αντίσταση σημαίνει να βγούμε από την κούρσα των ατομισμών, ή πιο απλά να σταματήσουμε να κοιτάμε την πάρτη μας και να αντιληφθούμε πως αυτό που συμβαίνει σε εμάς συμβαίνει και σε άλλους. Τα όποια προβλήματα βιώνουμε, μόνο από κοινού θα μπορέσουμε να τα ξεπεράσουμε. Αλλά το ξανάλεμε, πρώτα πρέπει να αρχίσουμε να συζητάμε για αυτά.

 

Οι επισφαλώς εργαζόμενοι/ες, όλοι όσοι καλούμαστε να επιβιώσουμε στις νέες εργασιακές συνθήκες, λόγω της εργασιακής κινητικότητάς ή ακόμα και του ότι δεν αποτελούμε μια συμπαγή κοινωνική φιγούρα με κοινή καταγωγή και κοινές ανάγκες σε ένα πρώτο βαθμό, δύσκολα μπορούμε να εκπροσωπηθούμε μέσα από τις συμπαγείς και παραδοσιακές μορφές οργάνωσης του εργατικού κινήματος. Συνδικάτα, σωματεία κτλ. Αυτό δεν σημαίνει ότι τέτοια σχήματα δεν μας βοηθούν να βελτιώσουμε την θέση μας ή να αγωνιστούμε μαζί με άλλους για κάποια στοιχειώδη αιτήματα. Όμως πάρτε το παράδειγμα κάποιας ή κάποιου που αλλάζει δουλειές ή εργοδότες κάθε εξάμηνο. Πότε να προλάβει να κοινωνικοποιηθεί, πότε να προλάβει να συζητήσει, πότε να προλάβει να οργανωθεί; Και τέλος πάντων, έτσι όπως έχουν φτάσει τα πράγματα σε σχέση με το πόσα μπορούν να ανεχτούν οι εργοδότες (όλοι λίγο πολύ γνωρίζουμε τις απειλές, τους εκφοβισμούς, τις απολύσεις κτλ. όταν τολμήσει να υψώσει κάποιος φωνή), πώς θα διεκδικήσουμε τα αυτονόητα; Πώς θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε μορφές συλλογικότητας και αγώνα που να σπάνε τον τσαμπουκά των μικρών ή μεγάλων αφεντικών, των εταιριών, του κράτους; Τέλος, πώς θα καταφέρουμε να λιποτακτήσουμε από την εξάρτηση μας από το μισθό και άρα από την εργασία;;;

 

Το εντυπάκι που κρατάτε στα χέρια σας επιθυμεί να συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση. Την ανάδειξη δηλαδή της επισφαλούς ζωής στη δημόσια συζήτηση, την ανάδειξη των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε τόσο ως εργαζόμενοι όσο και ως γενικότερα δέσμιοι ενός συστήματος που μας κλέβει το χρόνο και τα όνειρα μας. Θέλουμε να μιλήσουμε και ονειρευτούμε συλλογικά κάτι περισσότερο από το τι δουλειά θα κάνουμε τον άλλο μήνα ή πόσα λεφτά χρωστάμε εδώ και εκεί…

 

Για επικοινωνία :

e-mail : episfaleia@episfaleia.gr

τηλ: 6978338511